Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

ὁ τυχών

См. также в других словарях:

  • Τύχων — masc nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Τύχων Βράχιος — (Tycho Brahe, Κνούντστρουπ 1546 – Πράγα 1601). Δανός αστρονόμος. Αφού περάτωσε τις σπουδές του στη Δανία και στη Γερμανία, ασχολήθηκε με την αστρονομία και έγινε γνωστός για τις παρατηρήσεις του στον Σουπερνόβα, αστέρα που εμφανίστηκε το 1572… …   Dictionary of Greek

  • Τύχων — Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Διετέλεσε επίσκοπος της Αμαθούντας της Κύπρου και διακρίθηκε για την αρετή του. Η μνήμη του τιμάται στις 16 Ιουνίου. * * * ωνος, ὁ, Α 1. προσωνυμία τού Ερμού 2. προσωνυμία τού Πριάπου. [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. τυχ τού …   Dictionary of Greek

  • τυχών — Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Διετέλεσε επίσκοπος της Αμαθούντας της Κύπρου και διακρίθηκε για την αρετή του. Η μνήμη του τιμάται στις 16 Ιουνίου. * * * ο, ΝΜΑ βλ. τυγχάνω …   Dictionary of Greek

  • Τυχῶν — Τύχη act fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τυχῶν — τύχη act fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τυχών — τυγχάνω happen to be at aor part act masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τύχων — τύχος instrument for working stone masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Τύχωνα — Τύχων masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Τύχωνι — Τύχων masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Τύχωνος — Τύχων masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»